Άμορφο - ορισμός του άμορφο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%ac%ce%bc%ce%bf%cf%81%cf%86%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.944.073.100
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
άμορφος
(προωθήθηκε από
άμορφο
)
Μεταφράσεις
άμορφος
(
'amorfos
)
αρσενικό
άμορφη
(
'amorfi
)
θηλυκό
άμορφο
amorphous
amorfa
amorphe
аморфный
(
'amorfo
)
ουδέτερο
επίθετο
που δεν έχει συγκεκριμένο σχήμα
amorphe informe
άμορφη μάζα
une masse amorphe
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αμμωνιακός
αμμώνιο
αμνάδα
αμνησία
αμνηστία
αμνιοκέντηση
αμνός
αμοιβάδα
αμοιβαδοειδής
αμοιβαία
αμοιβαίο
αμοιβαίο κεφάλαιο
αμοιβαίος
αμοιβή
άμοιρη
άμοιρο
άμοιρος
αμόκ
αμολάω
αμόλυβδη
αμόλυβδη βενζίνη
αμόλυβδο
αμόλυβδος
αμολώ
αμόνι
αμοραλισμός
αμοραλιστής
αμοραλιστικός
αμορτισέρ
άμορφη
άμορφο
άμορφος
αμόρφωτη
αμόρφωτο
αμόρφωτος
αμπαζούρ
αμπάρι
αμπέλι
αμπελοκομία
άμπελος
αμπελόφυλλο
αμπελώνας
αμπέρ
αμπεριόμετρο
αμπερομετρικός
αμπερόμετρο
Άμπου Ντάμπι
αμπραγιάζ
Αμπχαζία
άμπωτη
Αμστελόδαμο
Άμστερνταμ
άμυαλη
άμυαλο
άμυαλος
αμυγδαλές
αμυγδαλή
αμυγδαλιά
αμυγδαλίτιδα
αμύγδαλο
αμυγδαλοειδής
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close