Αγιοποιώ - ορισμός του αγιοποιώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%80%ce%bf%ce%b9%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.931.739.101
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
αγιοποιώ
Μεταφράσεις
αγιοποιώ
canonize
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αγενές
αγενής
αγέννητος
αγέραστος
αγέρωχα
αγέρωχη
αγέρωχο
αγέρωχος
άγευστη
άγευστο
άγευστος
άγημα
αγία
άγια
Αγία Λουκία
Αγία Σοφία
αγία τράπεζα
αγιάζι
αγιάζω
αγιασμός
αγιαστήριο
αγιατολάχ
αγιάτρευτος
αγίνωτος
άγιο
Άγιο Πνεύμα
αγιοδημητριάτικο
αγιοκέρι
αγιόκλημα
αγιολογία
αγιοποιώ
αγιοπρεπής
άγιος
Άγιος Βασίλης
Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες
Άγιος Μαρίνος
Άγιος Χριστόφορος και Νέβις
αγιοσύνη
αγιότητα
αγκαζάρω
αγκαζέ
αγκαθερό
αγκάθι
αγκαθωτή
αγκαθωτό
αγκαθωτός
αγκαλιά
αγκαλιάζω
αγκάλιασμα
αγκίδα
αγκίδα-θα
αγκίθα
αγκινάρα
αγκιροβολώ
αγκίστρι
άγκιστρο
αγκιστρώνω
αγκιτάτορας
Αγκόλα
αγκολέζικος
Αγκολέζος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close