Αθώα - ορισμός του αθώα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%ce%b8%cf%8e%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.729.090.995
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
αθώα
Μεταφράσεις
αθώα
innocently
innocemment
(
a'θoa
)
επίρρημα
χωρίς πονηριά
innocemment
κοιτάζω κπ αθώα
regarder qqn innocemment
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αθλητικό
αθλητικό ρούχο
αθλητικός
αθλητικός τύπος
αθλητισμός
αθλήτρια
αθλθτικός
άθλια
άθλιο
άθλιος
αθλιότητα
άθλος
αθλούμαι
αθόρηβος
αθόρυβη
αθόρυβο
αθόρυβος
άθραυστη
άθραυστο
άθραυστος
άθρησκη
άθρησκο
άθρησκος
αθροίζω
άθροιση
άθροισμα
αθροιστικός
αθυρόστομη
αθυρόστομο
αθυρόστομος
αθώα
αθώο
αθώος
αθωότητα
αθωώνω
αθώωση
αιγαγροπίλημα
αιγαιακός
Αιγαίο
Αιγέας
αίγειρος
αιγιαλός
αιγίδα
Αίγινα
Αίγισθος
αίγλη
Αιγόκερος
Αιγόκερως
Αιγύπτια
αιγυπτιακή γλώσσα
αιγυπτιακός
αιγυπτιολογία
αιγυπτιολόγος
Αιγύπτιος
Αίγυπτος
αιδεσιμότατος
αιδιολειχία
αϊδιότης
αιδοίο
αιδοιολειξία
αιθάλη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close