Αλεύρι - ορισμός του αλεύρι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%ce%bb%ce%b5%cf%8d%cf%81%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.382.401.502
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
αλεύρι
Μεταφράσεις
αλεύρι
Mehl
flour
harina
jauho, jauhot
farine
brašno
liszt
farina
meel
,
bloem
mel
mąka
farinha
făină
мука
moka
mjöl
un
طَحِيـن
mouka
mel
小麦粉
가루
แป้ง
bột mì
面粉
麵粉
брашно
קמח
(
a'levri
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
η άσπρη σκόνη από δημητριακά
farine
θηλυκό
σταρένιο αλεύρι
la farine de blé
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αλγοριθμικός
αλγορίθμος
αλγόριθμος
άλγος
αλέα
αλεβάρδα
αλέγκρο
αλέθω
αλείβω
άλειμμα
αλειφατικός
αλείφω
αλέκτορας
αλέκτωρ
αλεξ-
Αλέξανδρος
αλεξήλιο
αλεξι-
Αλεξία
αλεξιβρόχιο
αλεξικέραυνο
Αλέξιος
αλεξιπτωτισμός
αλεξιπτωτιστής
αλεξίπτωτο
αλεξίσφαιρος
αλεπάλληλος
αλεπού
αλέτρι
αλέτρι, άροτρο
αλεύρι
αλευρώνω
αληγείς
αλήθεια
αληθεύω
αληθής
αληθινά
αληθινή
αληθινό
αληθινός
αληθοφανές
αληθοφανής
αληθώς
αλησμόνητος
αλήτης
αλήτισσα
αλιάετος
αλιγάτορας
αλιεία
αλιεύς
αλιευτικό σκάφος
αλιευτικός
αλιεύω
αλιζαρίνη
Αλίκη
άλικο
άλικος
αλίμονο
αλισβερίσι
άλκα
άλκαλι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close