ανάγκη
Μεταφράσεις
ανάγκη
need, necessity, wantحَاجَةٌpotřebabehovBedürfnisnecesidadtarvebesoinpotrebaesigenza必要요구behoeftebehovpotrzebanecessidadeнеобходимый элементbehovความต้องการihtiyaçnhu cầu需求, 需要צריך需要 (a'naŋɟi)ουσιαστικό θηλυκό
1. υποχρέωση είναι ανάγκη να
ευγενική προσφώνηση
ευγενική προσφώνηση
2. για κτ που είναι επείγον κατάσταση (έκτακτης) ανάγκης
αν δε γίνεται αλλιώς
αν δε γίνεται αλλιώς
3. κτ που χρειάζομαι έχω ανάγκη από χρήματα Σε έχω ανάγκη.