ανάγλυφος
Μεταφράσεις
ανάγλυφος
(a'naɣlifos) αρσενικόανάγλυφη
(a'naɣlifi) θηλυκόανάγλυφο
relief (a'naɣlifο) ουδέτεροεπίθετο
επιφάνεια που έχει σκαλιστεί ανάγλυφοι πίνακες
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.