ανάξιος
Μεταφράσεις
ανάξιος
(a'naksios) αρσενικόανάξια
(a'naksia) θηλυκόανάξιο
unworthy, incapable (a'naksio) ουδέτεροεπίθετο
1. που δεν είναι ικανός ανάξια μητέρα Eίναι ανάξιος για δουλειά.
2. που δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον
για κτ που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία προβλήματα ανάξια λόγου
για κτ που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία προβλήματα ανάξια λόγου
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.