αναπληρωματικός
Μεταφράσεις
αναπληρωματικός
(anapliromati'kos) αρσενικόαναπληρωματική
(anapliromati'ci) θηλυκόαναπληρωματικό
acting, substitute (anapliromati'ko) ουδέτεροεπίθετο
που μπαίνει στη θέση κάποιου άλλου αναπληρωματικός παίκτης
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.