αξιολάτρευτος
Μεταφράσεις
αξιολάτρευτος
(aksio'latreftos) αρσενικόαξιολάτρευτη
(aksio'latrefti) θηλυκόαξιολάτρευτο
adorable (aksio'latrefto) ουδέτεροεπίθετο
αξιαγάπητος Όταν γελάς είσαι αξιολάτρευτη.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.