Απέχθεια - ορισμός του απέχθεια από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%cf%80%ce%ad%cf%87%ce%b8%ce%b5%ce%b9%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.779.526.244
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
απέχθεια
Μεταφράσεις
απέχθεια
disgust
,
abomination
(
a'pexθia
)
ουσιαστικό
θηλυκό
αντιπάθεια
aversion
θηλυκό
dégoût
αρσενικό
αισθάνομαι τρέφω απέχθεια για
avoir de l'aversion pour
Μου προκαλεί απέχθεια.
Il me dégoûte.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
απεριοδικός
απεριόριστα
απεριόριστη
απεριόριστο
απεριόριστος
απεριποίητη
απεριποίητο
απεριποίητος
απερίσκεπτα
απερίσκεπτη
απερίσκεπτο
απερίσκεπτος
απερισκεψία
απερίσπαστη
απερίσπαστο
απερίσπαστος
απεριτίφ
απέριττη
απέριττο
απέριττος
απεσταγμένη
απεσταγμένο
απεσταγμένος
απεσταλμένος
απευαισθητοποίηση
απευθείας
απευθύνομαι
απευθύνω
απευθυσμένο
απεχθάνομαι
απέχθεια
απεχθές
απεχθής
απέχω
απέχων από οινοπνευματώδη
απήγανος
απήχηση
απηχώ
απίδι
απίθανη
απίθανο
απίθανος
απιθανότητα
απιθώνω
απίστευτη
απίστευτο
απίστευτος
άπιστη
απιστία
άπιστο
άπιστος
απλά
άπλα
απλή
απλήρωτος
απλησίαστη
απλησίαστο
απλησίαστος
άπληστη
απληστία
άπληστο
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close