αποδεικτικό στοιχείο
důkaz, korekturaαποδεικτικό στοιχείο
bevis, prøvetrykαποδεικτικό στοιχείο
todisteαποδεικτικό στοιχείο
dokaz, otisak za korekturuαποδεικτικό στοιχείο
校正刷り, 証拠αποδεικτικό στοιχείο
교정쇄, 증거αποδεικτικό στοιχείο
bevisαποδεικτικό στοιχείο
dowódαποδεικτικό στοιχείο
bevisαποδεικτικό στοιχείο
ปรู๊ฟ, หลักฐานαποδεικτικό στοιχείο
kanıtαποδεικτικό στοιχείο
bản in thử, bằng chứngαποδεικτικό στοιχείο
校样, 证据