αποκριάτικος
(προωθήθηκε από αποκριάτικη)Μεταφράσεις
αποκριάτικος
(apokri'atikos) αρσενικόαποκριάτικη
(apokri'atici) θηλυκόαποκριάτικο
(apokri'atiko) ουδέτεροεπίθετο
σχετικός με τις απόκριες αποκριάτικο κουστούμι
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.