Αρκουδάκι - ορισμός του αρκουδάκι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%cf%81%ce%ba%ce%bf%cf%85%ce%b4%ce%ac%ce%ba%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.741.515.227
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
αρκουδάκι
Μεταφράσεις
αρκουδάκι
ourson
,
ours en peluche
αρκουδάκι
دُبُّ تِيدِي بِير
αρκουδάκι
medvídek
αρκουδάκι
tøjbamse
αρκουδάκι
Teddybär
αρκουδάκι
teddy bear
αρκουδάκι
osito de peluche
αρκουδάκι
nallekarhu
αρκουδάκι
medo
αρκουδάκι
orsetto
αρκουδάκι
テディーベア
αρκουδάκι
곰인형
αρκουδάκι
teddybeer
αρκουδάκι
teddybjørn
αρκουδάκι
miś pluszowy
αρκουδάκι
peluche
,
ursinho de pelúcia
αρκουδάκι
плюшевый медвежонок
αρκουδάκι
nallebjörn
αρκουδάκι
ตุ๊กตาหมี
αρκουδάκι
oyuncak ayı
αρκουδάκι
gấu nhồi bông
αρκουδάκι
玩具熊
Πλοηγός λέξεων
?
▲
άριστα
αριστερά
αριστερή
αριστερό
αριστερός
αριστερόστροφα
αριστερόχειρας
άριστη
άριστο
αριστοκράτης
αριστοκρατία
αριστοκρατικά
αριστοκρατική
αριστοκρατικό
αριστοκρατικός
άριστος
Αριστοτέλης
αριστοτελικός
αριστοτελισμός
αριστούργημα
Αρκάς
αρκεί
αρκετά
αρκετές
αρκετή
αρκετό
αρκετοί
αρκετός
άρκευθος
αρκούδα
αρκουδάκι
αρκούμαι
Αρκτική
αρκτικόλεξο
αρκτικός
Αρκτικός Κύκλος
Αρκτικός Ωκεανός
Αρκτούρος
αρκώ
αρλεκινόπαπια
αρλεκίνος
άρμα
άρμα μάχης
αρμάδα
αρμαδίλος
άρμεγμα
αρμέγω
Αρμενία
αρμενίζω
αρμενικά
αρμενικός
Αρμένιος
αρμόδια
αρμόδιο
αρμόδιος
αρμοδιότητα
αρμόζω
αρμόζων
αρμονία
αρμονικά
αρμόνικα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close