αρπακτικός
Μεταφράσεις
αρπακτικός
(arpakti'kos) αρσενικόαρπακτική
(arpakti'ci) θηλυκόαρπακτικό
predatory (arpakti'ko) ουδέτεροεπίθετο
που αρπάζει άλλα ζώα αρπακτικό πουλί
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.