Ασθματικός - ορισμός του ασθματικός από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%cf%83%ce%b8%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b9%ce%ba%cf%8c%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.601.178.176
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ασθματικός
Μεταφράσεις
ασθματικός
asthmatique
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ασεβής
ασελγής
άσεμνη
άσεμνο
άσεμνος
ασετόν
ασημάδευτος
ασήμαντη
ασήμαντο
ασήμαντος
ασημαντότητα
ασημένια
ασημένιο
ασημένιος
ασημί
ασήμι
ασημικά
ασημικό
ασημόχαρτο
ασηπτικός
ασθένεια
ασθένεια των τρελών αγελάδων
ασθενής
ασθενική
ασθενικό
ασθενικός
ασθενόσφαιρα
ασθενοφόρο
άσθμα
ασθμαίνω
ασθματικός
Ασία
Ασιάτης
ασιατικός
ασιτία
ασκαλώνιο
άσκηση
άσκηση για διατήρηση της φυσικής κατάστασης
Ασκηση σπιτιών
ασκητής
ασκητικός
ασκητισμός
Ασκληπιός
άσκοπα
άσκοπη
άσκοπο
άσκοπος
ασκούμαι
ασκώ
ασκώ δίωξη
ασκώ πίεση
ασλάνι
άσμα
Άσμα Ασμάτων
ασμένως
Ασμοδαίος
ασορτί
άσος
ασπάζομαι
ασπάλαθος
ασπάλακας
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close