ασυνείδητος
(προωθήθηκε από ασυνείδητη)Μεταφράσεις
ασυνείδητος
(asi'niðitos) αρσενικόασυνείδητη
(asi'niðiti) θηλυκόασυνείδητο
unscrupulous, unwitting (asi'niðito) ουδέτεροεπίθετο
1. ασυναίσθητος ασυνείδητη κίνηση
2. ανεύθυνος ασυνείδητος οδηγός
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.