Αχανές - ορισμός του αχανές από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%cf%87%ce%b1%ce%bd%ce%ad%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.607.743.539
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
αχανής
(προωθήθηκε από
αχανές
)
Μεταφράσεις
αχανής
(
axa'nis
)
αρσενικό-θηλυκό
αχανές
vast
vaste
gran
العظمى
огромното
광대한
stora
(
axa'nes
)
ουδέτερο
επίθετο
απέραντος
vaste immense
αχανής παραλία
une vaste plage
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αφροδισιακός
αφροδίσιος
Αφροδίτη
αφρόκρεμα
αφρόλουτρο
αφρός
αφρός κύματος
αφρός ξυρίσματος
αφρώδες
αφρώδης
άφταστη
άφταστο
άφταστος
αφτί
αφυδατωμένος
αφυδατώνομαι
αφυδατώνω
αφυδάτωση
άφυλος
άφυλόφιλος
αφύπνιση
αφύσικη
αφύσικο
αφύσικος
άφωνη
άφωνο
άφωνος
αχαϊκός
αχάιος
αχαλίνωτος
αχανές
αχανής
άχαρη
αχάριστη
αχαριστία
αχάριστο
αχάριστος
άχαρο
αχαροπλαστείο
άχαρος
αχάτης
αχηβάδα
αχθοφόρος
αχιβάδα
αχιλλαία
Αχιλλέας
αχινός
αχλάδι
αχλαδιά
αχλή
αχλύς
άχνα
αχνάρι
αχνή
άχνη
αχνίζω
αχνιστή
αχνιστό
αχνιστός
αχνό
αχνός
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close