Αχυρένιος - ορισμός του αχυρένιος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b1%cf%87%cf%85%cf%81%ce%ad%ce%bd%ce%b9%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.604.502.062
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
αχυρένιος
Μεταφράσεις
αχυρένιος
straw
,
thatched
αχυρένιος
مَسْقُوفٌ بِالقَشّ
αχυρένιος
doškový
αχυρένιος
stråtækt
αχυρένιος
strohgedeckt
αχυρένιος
con el tejado de paja
αχυρένιος
olkikattoinen
αχυρένιος
de chaume
αχυρένιος
s krovom od trske
αχυρένιος
di paglia
αχυρένιος
萱葺き屋根の
αχυρένιος
초가 지붕의
αχυρένιος
met strodak
αχυρένιος
tekket
αχυρένιος
kryty strzechą
αχυρένιος
feito de colmo
,
feito de sapê
αχυρένιος
крытый соломой
αχυρένιος
med halmtak
αχυρένιος
ที่มุงด้วยจาก
αχυρένιος
saz ve saman çatılı
αχυρένιος
có mái tranh
αχυρένιος
茅草屋顶的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
αχνίζω
αχνιστή
αχνιστό
αχνιστός
αχνό
αχνός
αχόρταγη
αχόρταγο
αχόρταγος
αχούρι
άχραντος
αχρείος
αχρειότητα
αχρησιμοποίητος
άχρηστα
αχρηστεύομαι
αχρηστεύω
άχρηστη
άχρηστο
άχρηστος
άχρονος
αχρωματικός
άχρωμη
άχρωμο
άχρωμος
άχτι
αχτίδα
αχτύπητη
αχτύπητο
αχτύπητος
αχυρένιος
άχυρο
αχυρώνας
αχώριστη
αχώριστο
αχώριστος
αψεγάδιαστος
αψέντι
άψητη
άψητο
άψητος
αψήφιστα
αψηφώ
αψίδα
αψίδωση
αψιδωτός
αψιθιά
αψίκορος
αψιμαχία
αψίνθι
αψινθιά
αψίνθιο
άψινθος
άψογη
άψογο
άψογος
άψυχη
άψυχο
άψυχος
β
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close