Βαλονικά - ορισμός του βαλονικά από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b2%ce%b1%ce%bb%ce%bf%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ac
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.598.470.425
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
βαλονικά
Μεταφράσεις
βαλονικά
wallonisch
Πλοηγός λέξεων
?
▲
βακτηριακός
βακτηρίδια
βακτηρίδιο
βακτήριο
βακτηριοκτόνος
βακτηριολογία
βακτηριολογικός
βακτηριολόγος
βάκχη
βακχικός
βαλανιδιά
βάλανος
βαλάντιο
βαλβίδα
Βαλεαρίδες Νήσοι
Βαλένθια
βαλεριάνα
βαλές
βάλθηκε να
βαλίνη
βαλίτσα
βαλιτσάκι
βαλίτσες
βαλκανικός
βαλλιστικός
βαλλίστρα
Βαλλονία
Βαλλωνία
βαλλωνικά
βαλμένος
βαλονικά
βαλς
βάλσαμο
βαλσαμώνω
βαλσάρω
βάλσιμο
Βάλτε αυτό στο χρηματοκιβώτιο, παρακαλώ
Βάλτε το στο λογαριασμό μου
Βαλτική
Βαλτική Θάλασσα
βαλτικός
βαλτός
βάλτος
βαμβακερή
βαμβακερό
βαμβακερός
βαμβάκι
βάμμα
βαμμένος
βαμπίρ
βανάδιο
βάναυση
βάναυσο
βάναυσος
βανδαλίζω
βανδαλισμός
Βάνδαλοι
βάνδαλος
βανίλια
Βανκούβερ
Βανουάτου
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close