Βγάζω δόντια - ορισμός του βγάζω δόντια από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b2%ce%b3%ce%ac%ce%b6%cf%89+%ce%b4%cf%8c%ce%bd%cf%84%ce%b9%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.361.328.275
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
βγάζω δόντια
Μεταφράσεις
βγάζω δόντια
نَبَتَتْ أَسْنَانُهُ
βγάζω δόντια
prořezávat se
βγάζω δόντια
få tænder
βγάζω δόντια
zahnen
βγάζω δόντια
teethe
βγάζω δόντια
echar los dientes
,
salir los dientes
βγάζω δόντια
saada hampaita
βγάζω δόντια
faire ses dents
βγάζω δόντια
dobivati zube
βγάζω δόντια
mettere i denti
βγάζω δόντια
歯が生える
βγάζω δόντια
젖니가 나다
βγάζω δόντια
tandjes krijgen
βγάζω δόντια
få tenner
βγάζω δόντια
ząbkować
βγάζω δόντια
endentecer
,
nascer dentes
βγάζω δόντια
прорезываться (о зубах)
βγάζω δόντια
få tänder
βγάζω δόντια
ฟันน้ำนมขึ้น
βγάζω δόντια
diş çıkarmak
βγάζω δόντια
mọc răng
βγάζω δόντια
儿童出牙齿
Πλοηγός λέξεων
?
▲
βατράχι
βατραχοπέδιλα
βατραχοπέδιλο
βάτραχος
Βαυαρία
βαυαρικά
βαυαρικός
Βαυαρός
βαυκαλίζω
βαφέας
βαφείο
βαφή
βάφομαι
βάφτης
βαφτησιμιός
βαφτίζομαι
βαφτίζω
βάφτιση
βαφτίσια
βαφτισιμιά
βαφτισιμιός
βαφτιστήρα
βαφτιστήρι
βαφτιστικιά
βαφτιστικός
βάφω
βάφω με πιστολάκι
βάψιμο
βγάζω
βγάζω από την πρίζα
βγάζω δόντια
βγάζω νοκ-άουτ
βγαίνω
βγάλσιμο
βγήκα
βδέλλα
βδέλυγμα
βδελυρός
βδομάδα
βδομαδιάτικη
βδομαδιάτικο
βδομαδιάτικος
βέβαια
βέβαιη
βέβαιο
βέβαιος
βεβαιότητα
βεβαιώνομαι
βεβαιώνω
βεβαίως
βεβαίωση
βέβηλος
βεβηλώνω
βεβηλωτής
βεγόνια
βεδουίνος
βεζίρης
βελάζω
βελάκι
βελάκια
βελανίδι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close