βολεύομαι
Μεταφράσεις
βολεύομαι
(vo'levome)ρήμα μεσοπαθητικό (ρήμα)
1. βρίσκομαι σε άνετη κατάσταση βολεύομαι στην πολυθρόνα
2. μεταφορικά κάνω συμβιβασμούς Βολεύτηκε νωρίς.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.