Βουλιμική - ορισμός του βουλιμική από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b2%ce%bf%cf%85%ce%bb%ce%b9%ce%bc%ce%b9%ce%ba%ce%ae
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.942.556.635
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
βουλιμικός
(προωθήθηκε από
βουλιμική
)
Αναζητήσεις σχετικές με βουλιμική:
ανορεξία
Μεταφράσεις
βουλιμικός
(
vulimi'kos
)
αρσενικό
βουλιμική
(
vulimi'ci
)
θηλυκό
βουλιμικό
(
vulimi'ko
)
ουδέτερο
επίθετο
που πάσχει από βουλιμία
boulimique
είμαι βουλιμικός
être boulimique
Πλοηγός λέξεων
?
▲
βουβωνικός
βούγλωσσο
Βουδαπέστη
Βούδας
βουδδισμός
βουδισμός
Βουδιστής
βουδιστικός
βουδίστρια
βουή
βουητό
βουίζω
βουΐζω
βούισμα
βουκίνο
βούκκα
βουκολικός
Βουκουρέστι
βούλα
Βουλγάρα
Βουλγαρία
βουλγαρικά
βουλγαρικός
Βούλγαρος
βουλεβάρτο
βουλευτής
βουλή
βούληση
βουλιάζω
βουλιμία
βουλιμική
βουλιμικό
βουλιμικός
βουλκανιζατέρ
βουλκανισμός
βούλωμα
βουλώνω
βουνίσιος
βουνό
βουνοκορφή
βουνοσφυριχτής
βουνοχιονόκοτα
βουργράβος
βουρδουλιά
βούρκος
βουρκωμένος
βουρκώνω
βούρλο
βούρνα
βούρτσα
βούρτσα για τα μαλλιά
βούρτσα νυχιών
βουρτσίζω
βούρτσισμα
βουστάσιο
βουστροφηδόν γραφή
βουτάνιο
βουτάω
βουτηγμένη
βουτηγμένο
βουτηγμένος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close