βουλιμικός
Αναζητήσεις σχετικές με βουλιμικός: ανορεξία
Μεταφράσεις
βουλιμικός
(vulimi'kos) αρσενικόβουλιμική
(vulimi'ci) θηλυκόβουλιμικό
(vulimi'ko) ουδέτεροεπίθετο
που πάσχει από βουλιμία είμαι βουλιμικός
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.