Βραδυπορώ - ορισμός του βραδυπορώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b2%cf%81%ce%b1%ce%b4%cf%85%cf%80%ce%bf%cf%81%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.657.732.072
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
βραδυπορώ
Μεταφράσεις
βραδυπορώ
linger
,
lag behind
βραδυπορώ
يَتَخَلِّفُ
βραδυπορώ
zaostávat
βραδυπορώ
være bagefter
βραδυπορώ
zurückbleiben
βραδυπορώ
ir detrás de
,
rezagarse
βραδυπορώ
jäädä jälkeen
βραδυπορώ
être à la traîne
βραδυπορώ
zaostajati
βραδυπορώ
restare indietro
βραδυπορώ
遅れる
βραδυπορώ
뒤떨어지다
βραδυπορώ
achterblijven
βραδυπορώ
sakke akterut
βραδυπορώ
nie nadążyć
βραδυπορώ
ficar para trás
βραδυπορώ
отставать
βραδυπορώ
hamna på efterkälke
βραδυπορώ
ล้าหลัง, ช้ากว่า
βραδυπορώ
geride kalmak
βραδυπορώ
tụt hậu
βραδυπορώ
落在后面
Πλοηγός λέξεων
?
▲
βουστροφηδόν γραφή
βουτάνιο
βουτάω
βουτηγμένη
βουτηγμένο
βουτηγμένος
βούτημα
βουτιά
βούτυρο
βουτυρόπαιδο
βουτυρώνω
βουτώ
Βοώτης
βραβείο
βραβεύομαι
βραβεύω
βράγχιο
βράδι
βραδιά
βραδιάζει
βραδινή
βραδινό
βραδινό ένδυμα
βραδινό μάθημα
βραδινό φαγητό
βραδινός
βράδυ
βραδυκαρδία
βραδυκινησία
βραδύνω
βραδυπορώ
βραδύς
Βραζιλία
βραζιλιάνικος
βραζιλιανός
Βραζιλιάνος
βράζω
βρακάκι
βράκες
βρακί
Βρανδεμβούργο
βράση
βράσιμο
βρασμένος
βρασμός
βραστή
βραστήρας
βραστό
βραστό αβγό
βραστό αυγό
βραστός
βράχηκα
βράχια
βραχιόλι
βραχίονας
βραχιόνιος
βραχίων
βραχίωνας
βραχνή
βραχνιάζω
βραχνιασμένη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close