Βυσσινιά - ορισμός του βυσσινιά από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b2%cf%85%cf%83%cf%83%ce%b9%ce%bd%ce%b9%ce%ac
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.721.690.134
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
βυσσινής
(προωθήθηκε από
βυσσινιά
)
Μεταφράσεις
βυσσινής
(
visi'nis
)
βυσσινιά
(
visi'ɲa
)
βυσσινί
(
visi'ni
)
επίθετο
σκούρος κόκκινος
cramoisi/-ie
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
βρωμιά
βρώμικος
βρώμιο
βρωμοκούναβο
βρώσιμος
βυζαίνω
βυζαντινή
βυζαντινό
βυζαντινός
βυζί
βύζι
βυζιά
βυζομαλακία
βυθίζομαι
βυθίζω
βύθισμα
βυθισμένος
βυθοκόρος
βυθομέτρηση
βυθομετρική ράβδος
βυθός
βύνη
βύρσα
βυρσοδέψης
βυρσοδεψία
βυρσοδεψώ
βύσμα
βυσσινάδα
βυσσινής
βυσσινί
βυσσινιά
βύσσινο
βυσσοδομώ
βυτίνα
βυτίο
βύτιον
βωδινό
βώλος
βωμός
βωξίτης
γ
γαβ
γαβάθρα
γαβ-γαβ
γαβγίζω
γάβγισμα
γαβριάς
γαγάτης
γάγγλιο
γάγγραινα
γαγγραινιάζω
γαγγραινικός
γαγγραινούμαι
γαγγραινώδης
γαδολίνιο
γάδος
γαελικά (σκωτικά)
γάζα
γαζέλα
γαζώνω
γαϊδάρα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close