Γήινη - ορισμός του γήινη από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b3%ce%ae%ce%b9%ce%bd%ce%b7
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.931.576.249
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
γήινος
(προωθήθηκε από
γήινη
)
Μεταφράσεις
γήινος
(
'ʝiinos
)
αρσενικό
γήινη
(
'ʝiini
)
θηλυκό
γήινο
Terrien
earthly
الأرض
земляне
(
'ʝiino
)
ουδέτερο
επίθετο
1.
της γης
terrestre
γήινα όντα
des êtres terrestres
η γήινη επιφάνεια
la surface terrestre
2.
χρώματα φυσικά
les couleurs de la terre
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γεωλογία
γεωλογικά
γεωλογικός
γεωλόγος
γεωμαγνητικός
γεωμαγνητισμός
γεωμετρία
γεωμετρική
γεωμετρικό
γεωμετρικός
γεώμηλο
γεωπολιτικός
Γεωργία
Γεωργιανά
Γεωργιανός
γεωργική
γεωργικό
γεωργικός
Γεώργιος
γεωργός
γεωτεχνικός
γεώτρηση
γεωτρύπανο
γεωφυσική
γεωφυσικός
γεωχημεία
γεωχημικός
γεωχρονολογία
γη
γηγενής
γήινη
γήινο
γήινος
γήπεδο
γήπεδο γκολφ
γήπεδο τένις
γηραιός
γήρανση
γήρας
γηρατειά
γηριατρική
γηριατρικός
γηροκομείο
γθναίκα
για
για μη καπνίζοντες
για να
για όλο τον Ιούνιο
Για πρώτο πιάτο θα ήθελα ζυμαρικά
γιαγιά
Γιαγια Ντακ
γιαγιάδες
γιαγιάκα
γιαγιούλα
γιαίνω
γιακάδες
γιακάς
γιακουτικά
γιαλός
Γιάλτα
Γιάννης
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close