γεννάω
Μεταφράσεις
γεννάω
(ʝe'nao)γεννώ
(ʝe'no)ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
1. φέρνω στον κόσμο Γέννησε ένα όμορφο αγοράκι.
2. (για ζώα) φέρνω στον κόσμο γεννάω αυγά Η αγελάδα γέννησε ένα μοσχαράκι.
3. μεταφορικά παράγω γεννάω ιδέες
γεννάω
ρήμα αμετάβατο (ρήμα)
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.