Γεννημένος - ορισμός του γεννημένος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b3%ce%b5%ce%bd%ce%bd%ce%b7%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.366.568.015
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
γεννημένος
Μεταφράσεις
γεννημένος
بِالفِطْرَة
γεννημένος
rozený
γεννημένος
født
γεννημένος
geboren
γεννημένος
born
γεννημένος
nacido
,
nato
γεννημένος
syntynyt
γεννημένος
né
γεννημένος
rođen
γεννημένος
nato
γεννημένος
生まれながらの
γεννημένος
타고난
γεννημένος
geboren
γεννημένος
født
γεννημένος
urodzony
γεννημένος
nascido
γεννημένος
прирожденный
γεννημένος
född
γεννημένος
ที่เป็นมาโดยกำเนิด
γεννημένος
doğuştan
γεννημένος
bẩm sinh
γεννημένος
天生的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γενιά
γένια
γένια'ʝeɲa
γενικά
γενικά έξοδα
γενικές γνώσεις
γενικές εκλογές
γενικεύομαι
γενίκευση
γενικεύω
γενική
γενική αναισθησία
γενική έννοια
γενικό
γενικό πλαίσιο
γενικός
γενικός γιατρός
γενικότητα
γέννα
γενναία
γενναίο
γενναιόδωρη
γενναιοδωρία
γενναιόδωρο
γενναιόδωρος
γενναίος
γενναιότητα
γεννάω
Γεννάω σε πέντε μήνες
γέννημα
γεννημένος
γέννησ
γέννηση
γεννητικά όργανα
γεννητικός
γεννήτρια
γεννιέμαι
γεννοβολώ
γεννώ
γενοκτονία
Γενοκτονία των Αρμενίων
γένος
γεντιανή
γερά
γερακάρης
γεράκι
γερακίνα
γεράματα
γεράνι
γερανογέφυρα
γερανός
γέρασα
γερατειά
γέρβιλος
γερή
γέρικη
γέρικο
γέρικος
Γερμανία
Γερμανίδα
γερμανικά
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close