Γκρι - ορισμός του γκρι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b3%ce%ba%cf%81%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.652.134.916
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
γκρι
Μεταφράσεις
γκρι
επίθετο
άκλητο (ουσιαστικό – επίθετο)
που έχει χρώμα μεταξύ μαύρου και άσπρου
gris
; grise
γκρι
grey
gris
gray
Gray
Gray
Gray
Gray
رمادي
Gray
Грей
Gray
Gray
גריי
Gray
(
gri
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
τόνος μεταξύ άσπρου και μαύρου
gris
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γκιλοτίνα
γκιόνης
γκισέ
γκισέ εισιτηρίων
γκλίτσα
γκλομπ
Γκλουκ
Γκλύξμπουργκ
γκο
γκολ
γκολκίπερ
γκολφ
γκόμενα
γκόμενος
γκονγκ
γκουαγιάβα
Γκουάμ
γκουβερνάντα
γκουρού
Γκουτζαρατικά
Γκούφη
γκοφρέτα
γκραβούρα
γκραφίτι
γκράφιτι
γκρέιπφρουτ
γκρέιπ-φρουτ
γκρεμίζομαι
γκρεμίζω
γκρεμός
γκρι
γκρί
γκρίζα
γκρίζο
γκριζομάλλης
γκρίζος
Γκρίκο
γκριμάτσα
γκρίνια
γκρινιάζω
γκρινιάρα
γκρινίαρα
γκρινιάρης
γκρινιάρικο
γκρουπ
γκρουπούσκουλο
γλαδιόλα
γλαρόνι
γλαρός
γλάρος
γλαρώνω
γλασάρισμα
Γλασκώβη
γλάστρα
γλαυκώμα
γλαύκωμα
γλαφυρός
γλειφιντζούρι
γλειφιτζούρι
γλείφομαι
γλειφομούνι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close