Γλείφομαι - ορισμός του γλείφομαι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b3%ce%bb%ce%b5%ce%af%cf%86%ce%bf%ce%bc%ce%b1%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.729.798.633
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
γλείφομαι
Μεταφράσεις
γλείφομαι
(
'ɣlifome
)
ρήμα
μεσοπαθητικό (ρήμα)
se lécher
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γκρεμός
γκρι
γκρί
γκρίζα
γκρίζο
γκριζομάλλης
γκρίζος
Γκρίκο
γκριμάτσα
γκρίνια
γκρινιάζω
γκρινιάρα
γκρινίαρα
γκρινιάρης
γκρινιάρικο
γκρουπ
γκρουπούσκουλο
γλαδιόλα
γλαρόνι
γλαρός
γλάρος
γλαρώνω
γλασάρισμα
Γλασκώβη
γλάστρα
γλαυκώμα
γλαύκωμα
γλαφυρός
γλειφιντζούρι
γλειφιτζούρι
γλείφομαι
γλειφομούνι
γλείφτης
γλείφω
γλεντάω
γλεντζής
γλέντι
γλεντώ
γλεφιτζούρι
γλήνι
γλιστερή
γλιστερό
γλιστερός
γλιστράει
γλιστράω
γλίστρημα
γλιστρίδα
γλιστρώ
γλίτσα
γλιτώνω
γλοιώδες
γλοιώδης
γλόμπος
γλουταμίνη
γλουταμινικό οξύ
γλουτένη
γλουτοί
γλουτός
γλύκα
γλυκαίνω
γλυκάνισο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close