γράφω
Μεταφράσεις
γράφω
schreibenwrite, book, recordescribirécrirescriverescribereschrijvenpisać, napisaćyazmakيَكْتُبُpsátskrivekirjoittaapisati書く글씨를 쓰다skriveescreverписатьskrivaเขียนviết写 ('ɣrafo)ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
1. αποτυπώνω κείμενο με μολύβι ή στιλό γράφω ένα γράμμαένα μυθιστόρημα
2. συνθέτω γράφω μουσική
3. κάνω εγγραφή γράφω κπ σε ένα μάθημα
4. βάζω πρόστιμο Με έγραψε η αστυνομία.
5. δίνω διαγώνισμα γράφω διαγώνισμα ιστορία
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.