Γρουσούζα - ορισμός του γρουσούζα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b3%cf%81%ce%bf%cf%85%cf%83%ce%bf%cf%8d%ce%b6%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.600.260.951
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
γρουσούζης
(προωθήθηκε από
γρουσούζα
)
Μεταφράσεις
γρουσούζης
(
ɣrusu'zis
)
αρσενικό
γρουσούζα
(
ɣrusu'za
)
θηλυκό
γρουσούζικο
(
ɣrusu'ziko
)
ουδέτερο
επίθετο
που φέρνει ατυχία
qui porte malheurla poisse
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γραφομηχανή
γραφτή
γραφτό
γραφτός
γράφω
γράφω σε
γράφω σε ιστολόγιο
γράψιμο
γρέζι
Γρενάδα
γρήγορα
γρηγοράδα
γρήγορη
Γρηγοριανό ημερολόγιο
γρήγορο
γρήγορος
γρηγορότητα
γριά
γριβάδι
γρίλια
γρίπη
γρίπη των πτηνών
γρίπη των χοίρων
γριπικός
γρίππη
γρίφος
γροθιά
Γροιλανδία
γρονθοκοπανώ
γρονθοκοπώ
γρουσούζα
γρουσουζεύω
γρουσούζης
γρουσουζιά
γρουσούζικο
γρύζω
γρυλίζω
γρυλισμός
γρυλλίζω
γρύλος
γρύπας
ΓΤΠΚ
γυαικαδέρφη
γυάλα
γυαλάδα
γυαλένιος
γυαλί
γυαλιά
γυαλιά ηλίου
γυαλίζω
γυάλινη
γυάλινο
γυάλινος
γυάλισμα
γυαλιστερή
γυαλιστερό
γυαλιστερός
γυαλόχαρτο
γυιός
γυμνάζομαι
γυμνάζω
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close