Γυρνώ - ορισμός του γυρνώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b3%cf%85%cf%81%ce%bd%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.768.466.749
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
γυρνάω
(προωθήθηκε από
γυρνώ
)
Μεταφράσεις
γυρνάω
(
ʝir'nao
)
γυρνώ
(
ʝir'no
)
ρήμα
μεταβατικό (ρήμα)
γυρίζω
tourner
γυρίζω
γυρνάω
ρήμα
αμετάβατο (ρήμα)
γυρίζω, επιστρέφω
retourner rentrer
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γυμνότητα
γυμνώνομαι
γυμνώνω
γυναίκα
γυναίκα στρατιωτικός
γυναίκα ταχυδρόμος
γυναικάδελφη
γυναικάδελφος
γυναικάς
γυναικεία
γυναικεία εσώρουχα
γυναικεία μπλούζα
γυναικεία τσάντα
γυναικείο
γυναικείος
γυναίκες
γυναικοκρατία
γυναικολογία
γυναικολογικός
γυναικολόγος
γύπας
γυρεύω
γύρη
γυρίζω
γυρίζω πίσω
γυρίζω ταινία προς τα πίσω
γυρίνος
γυρισμός
γυρίστε σελίδα
γυρνάω
γυρνώ
γυρολόγος
γυροπλάνο
γύρος
γυροσκόπιο
γυροστάτης
γύρω
γύρω από
γύψινη
γύψινο
γύψινος
γύψος
γυψοσανίδα
γωνιά
γωνία
γωνιακά
γωνιακή
γωνιακό
γωνιακός
γωνιόλιθος
γωνιώδης αγκύλη
δ
Δαβίδ
δαγκάνα
δαγκεροτυπία
δάγκωμα
δαγκωματιά
δαγκωνιά
δαγκώνομαι
δαγκώνω
δάδα
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close