Δαγκάνα - ορισμός του δαγκάνα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b4%ce%b1%ce%b3%ce%ba%ce%ac%ce%bd%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.666.536.521
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
δαγκάνα
Μεταφράσεις
δαγκάνα
(
ðaŋ'gana
)
ουσιαστικό
θηλυκό
λαβίδα οστρακοειδών για να πιάνουν την τροφή τους
pince
θηλυκό
οι δαγκάνες του αστακού
les pinces du homard
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
γυρίζω
γυρίζω πίσω
γυρίζω ταινία προς τα πίσω
γυρίνος
γυρισμός
γυρίστε σελίδα
γυρνάω
γυρνώ
γυρολόγος
γυροπλάνο
γύρος
γυροσκόπιο
γυροστάτης
γύρω
γύρω από
γύψινη
γύψινο
γύψινος
γύψος
γυψοσανίδα
γωνιά
γωνία
γωνιακά
γωνιακή
γωνιακό
γωνιακός
γωνιόλιθος
γωνιώδης αγκύλη
δ
Δαβίδ
δαγκάνα
δαγκεροτυπία
δάγκωμα
δαγκωματιά
δαγκωνιά
δαγκώνομαι
δαγκώνω
δάδα
δαιαφαίνομαι
δαίμονας
δαιμόνια
δαιμονικός
δαιμόνιο
δαιμόνιος
δαιμονισμένη
δαιμονισμένο
δαιμονισμένος
δαιμονολογία
δάκρυ
δακρυγόνο
δακρύζω
δακρυϊκός
δακτυλίδι
δακτυλικό αποτύπωμα
δακτύλιος
δάκτυλο
δάκτυλο του ποδιού
δακτυλογραφία
δακτυλογραφικός
δακτυλογράφος
δακτυλόγραφος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close