δαιμόνιος
Μεταφράσεις
δαιμόνιος
(ðe'monios) αρσενικόδαιμόνια
(ðe'monia) θηλυκόδαιμόνιο
(ðe'monio) ουδέτεροεπίθετο
1. σατανικός δαιμόνιες δυνάμεις
2. μεταφορικά πάρα πολύ έξυπνος και ευρηματικός ένας δαιμόνιος ντετέκτιβ
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.