Διακοσμητικό καρφί - ορισμός του διακοσμητικό καρφί από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%ba%ce%bf%cf%83%ce%bc%ce%b7%cf%84%ce%b9%ce%ba%cf%8c+%ce%ba%ce%b1%cf%81%cf%86%ce%af
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.660.796.686
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
διακοσμητικό καρφί
Μεταφράσεις
διακοσμητικό καρφί
زِرٌ مَعْدَنِيّ
διακοσμητικό καρφί
cvoček
διακοσμητικό καρφί
knap
διακοσμητικό καρφί
Ziernagel
διακοσμητικό καρφί
stud
διακοσμητικό καρφί
tachuela
διακοσμητικό καρφί
koristenappi
διακοσμητικό καρφί
clou
διακοσμητικό καρφί
zakovica
διακοσμητικό καρφί
chiodo
διακοσμητικό καρφί
鋲
διακοσμητικό καρφί
장식 못
διακοσμητικό καρφί
spijker
διακοσμητικό καρφί
stump
διακοσμητικό καρφί
ćwiek
διακοσμητικό καρφί
tacha
διακοσμητικό καρφί
украшение поверхностей путем набивки на нее декоративных гвоздей
διακοσμητικό καρφί
avelshingst
διακοσμητικό καρφί
กระดุม
διακοσμητικό καρφί
kabara
διακοσμητικό καρφί
đinh tán
διακοσμητικό καρφί
饰钉
Πλοηγός λέξεων
?
▲
διακίνηση
διακινητής
διακινήτρια
διακινώ
διακλάδωση
διακομιστής
διακομματικός
διάκονος
διακονώ
διακοπές
διακοπές δράσης
διακοπές χαμηλού προϋπολογισμού
διακοπή
διακοπή ρεύματος
διακόπτης
διακόπτομαι
διακοπτόμενη συνουσία
διακόπτω
διακόρευση
διακορευτής
διακορεύω
διακόσια
διακόσιες
διακόσιοι
διακόσμηση
διακοσμητής
διακοσμητής εσωτερικών χώρων
διακοσμητική
διακοσμητική καρφίτσα
διακοσμητικό
διακοσμητικό καρφί
διακοσμητικός
διακοσμήτρια
διάκοσμος
διακοσμώ
διακρίβωση
διακρίνομαι
διακρίνουσα
διακρίνω
διακρίσεις
διάκριση
διακρίσιμος
διακριτικά
διακριτική
διακριτικό
διακριτικός
διακριτικότητα
διακριτός
διάκριτος
διακρότημα
διακροτήματα
διακύβευμα
διακυβεύομαι
διακυβεύω
διακυμαίνομαι
διακύμανση
διακυνδινεύω
διακωμώδηση
διαλαλώ
διαλανθάνω
διαλέγομαι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close