Διαστέλλω - ορισμός του διαστέλλω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b4%ce%b9%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%ad%ce%bb%ce%bb%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.734.682.337
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
διαστέλλω
Μεταφράσεις
διαστέλλω
expand
(
ðja'stelo
)
ρήμα
μεταβατικό (ρήμα)
μεγαλώνω
dilater
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
διασκεδαστής
διασκεδαστικά
διασκεδαστική
διασκεδαστικό
διασκεδαστικός
διάσκελα
διασκέπτομαι
διασκευάζω
διασκευή
διάσκεψη
διασκορπίζομαι
διασκορπίζω
διασπαθίζω
διάσπαρτη
διάσπαρτο
διάσπαρτος
διάσπαση
διασπαστικός
διασπείρω
Διασπορά
διασπώ
διασπώμαι
διασταλμένος
διασταλτός
διαστάσεις
διάσταση
διασταυρώνομαι
διασταυρώνω
διασταύρωση
διαστέλλομαι
διαστέλλω
διάστημα
διαστημική
διαστημικό
διαστημικός
διαστημόπλοιο
διάστικτος
διαστολέας
διαστολή
διαστολικός
διαστρεβλώνω
διαστρέβλωση
διάστρεμμα
διαστρέφω
διαστροφή
διαστρωμένος
διάστυλο
διασύνδεση
διασυρμός
διασφαλίζω
διασχίζω
διασώζω
διάσωση
διασώστης
διαταγή
διάταγμα
διατάζω
διατακτική
διάταξη
διατάραξη
διαταράσσομαι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close