Δολιοφθορέας - ορισμός του δολιοφθορέας από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b4%ce%bf%ce%bb%ce%b9%ce%bf%cf%86%ce%b8%ce%bf%cf%81%ce%ad%ce%b1%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.764.845.168
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
δολιοφθορέας
Μεταφράσεις
δολιοφθορέας
saboteur
Πλοηγός λέξεων
?
▲
διώρυγα
διώχνω
ΔΚΔ
ΔΝΤ
δόγμα
δογματικός
δογματισμός
δοθιήνας
δοιάκι
δοκάρι
δοκησίσοφος
δοκιμάζομαι
δοκιμάζω
δοκιμασία
δοκιμαστήριο
δοκιμαστική
δοκιμαστική περίοδος
δοκιμαστικό
δοκιμαστικός
δοκιμαστικός σωλήνας
δοκιμή
δοκίμια
δοκίμιο
δόκιμος
δοκός
δόκτορας
δόκτωρ
δολάριο
δόλιος
δολιοφθορά
δολιοφθορέας
δολιχοκεφαλία
δολλάριο
δολομίτης
δολοπλοκία
δόλος
δολοφονία
δολοφονική
δολοφονικό
δολοφονικός
δολοφόνισσα
δολοφόνος
δολοφονώ
δολοφωνία
δόλωμα
δομή
δομικός
Δομινικανή Δημοκρατία
δομινικανός
δόνηση
δονήσιμος
δονκιχωτικός
δονούμαι
δόντι
δοντια
δόντια
δονώ
δόξα
δοξάζομαι
δοξάζω
δοξάρι
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close