Δράκοντας - ορισμός του δράκοντας από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b4%cf%81%ce%ac%ce%ba%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b1%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.368.897.036
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
δράκοντας
Μεταφράσεις
δράκο (ντα) ς
wyvern
ουσιαστικό
αρσενικό
μυθικό τέρας
dragon
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
δόση
δοσίλογος
δοσίμετρο
δοσοληψία
δοσολογία
δότης
δοτική
δότρια
Δουβλίνο
δούκας
δουκάτο
δούκισσα
δούλα
δουλειά
δουλεία
δουλειά για τις διακοπές
δουλειές
δουλέμπορος
δουλεύω
δουλέυω
δουλικός
δουλικότητα
δουλοπρέπεια
δουλοπρεπής
δούλος
Δούναβης
δούρειος ίππος
δοχείο
δραγόνος
δράκοs
δράκοντας
δρακόντειος
δράκος
δράκουλας
Δράκων
δράμα
δραματική
δραματικό
δραματικός
δραματολόγιο
δραματουργός
δράπανο
δραπέτευση
δραπετεύω
δραπέτης
δραπέτισσα
δράση
δρασκελιά
δρασκελίζω
δρασκελισμός
δραστήρια
δραστήριο
δραστηριοποιούμαι
δραστηριοποιώ
δραστήριος
δραστηριότητα
δράστης
δραστική
δραστικό
δραστικός
δράστρια
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close