Ε - ορισμός του ε από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.382.385.524
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ε
Μεταφράσεις
ε
(
e
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
άκλητο (ουσιαστικό – επίθετο)
έψιλον, το πέμπτο γράμμα του ελληνικού αλφάβητου
epsilon
αρσενικό
la cinquième lettre de l'alphabet grec
Πλοηγός λέξεων
?
▲
δωδεκάδα
δωδεκαδακτυλίτιδα
δωδεκαδάκτυλο
δωδεκάεδρος
δωδεκαριά
δωδέκατη
δωδέκατο
δωδέκατος
δωδεκάωρη
δωδεκάωρο
δωδεκάωρος
δωματιάκι
δωμάτιο
δωμάτιο για είδη καθαρισμού
δωμάτιο προσωπικού
δωρεά
δωρεάν
δωρεάν μεταφορά με το αυτοκίνητο
δώρημα
δωρητής
δωρίζω
δωρικός
δώρο
δωροδοκία
δωροδοκώ
Δωροθέα
δωροληψία
δωσιδικία
δωσίλογος
Δώστε μου τα στοιχεία της ασφάλειάς σας, παρακαλώ
ε
Ε.Ε.
εάν
Εάν πρόκειται να αργήσετε, σας παρακαλούμε να μας τηλεφωνήσετε
εαρινός
εαυτή
εαυτό
εαυτός
έβαλα
έβγα
έβγαλα
εβδομάδα
εβδομαδιαία
εβδομαδιαίο
εβδομαδιαίος
έβδομη
εβδομηκοστός
εβδομήντα
έβδομο
έβδομος
εβένινος
έβενος
εβονίτης
εβραία
εβραϊκά
εβραϊκή
εβραϊκό
Εβραϊκό Πάσχα
Εβραϊκό Σάββατο
εβραϊκός
εβραίος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close