Εκδρομικός σάκος - ορισμός του εκδρομικός σάκος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5%ce%ba%ce%b4%cf%81%ce%bf%ce%bc%ce%b9%ce%ba%cf%8c%cf%82+%cf%83%ce%ac%ce%ba%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.596.020.413
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
εκδρομικός σάκος
Μεταφράσεις
εκδρομικός σάκος
حَقِيبَةٌ تـُحْمَلُ عَلَى الظَّهْر
εκδρομικός σάκος
batoh
εκδρομικός σάκος
rygsæk
εκδρομικός σάκος
Rucksack
εκδρομικός σάκος
backpack
,
rucksack
εκδρομικός σάκος
mochila
εκδρομικός σάκος
selkäreppu
εκδρομικός σάκος
sac à dos
εκδρομικός σάκος
naprtnjača
εκδρομικός σάκος
zaino
εκδρομικός σάκος
リュックサック
εκδρομικός σάκος
배낭
εκδρομικός σάκος
rugzak
εκδρομικός σάκος
ryggsekk
εκδρομικός σάκος
plecak
εκδρομικός σάκος
mochila
εκδρομικός σάκος
рюкзак
εκδρομικός σάκος
ryggsäck
εκδρομικός σάκος
เป้สะพายหลัง
εκδρομικός σάκος
sırt çantası
εκδρομικός σάκος
balô
εκδρομικός σάκος
帆布背包
Πλοηγός λέξεων
?
▲
έκδηλα
έκδηλος
εκδηλώνομαι
εκδηλώνω
εκδήλωση
εκδηλωτική
εκδηλωτικό
εκδηλωτικός
εκδημοκρατίζω
εκδημοκρατισμός
εκδίδομαι
εκδίδω
εκδικάζω
εκδίκηση
εκδικητής
εκδικητική
εκδικητικό
εκδικητικός
εκδικήτρια
εκδικούμαι
έκδοση
εκδοτήριο
εκδότης
εκδοτική
εκδοτικό
εκδοτικός
εκδότρια
εκδοχή
εκδρομή
εκδρομικό πακέτο
εκδρομικός σάκος
εκδύομαι
εκδυτίζω
εκδύω
εκεί
εκείνα
εκείνες
εκείνη
εκείνο
εκείνοι
εκείνος
εκεχειρία
έκζεμα
εκζήτηση
έκθαμβη
έκθαμβο
έκθαμβος
εκθαμβωτική
εκθαμβωτικό
εκθαμβωτικός
εκθειάζω
έκθεμα
εκθέματα
έκθεση
έκθετo
έκθετη
εκθέτης
εκθετική
έκθετος
εκθέτω
εκθλίβω
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close