εκτεθειμένος
Αναζητήσεις σχετικές με εκτεθειμένος: εκμυστηρεύομαι
Μεταφράσεις
εκτεθειμένος
(ekteθi'menos) αρσενικόεκτεθειμένη
(ekteθi'meni) θηλυκόεκτεθειμένo
exposedexpuestosausgesetztespostiexposésblootgesteldexpostosизложени노출exponerade (ekteθi'meno) ουδέτεροεπίθετο
1. που έρχεται σε επαφή με κτ επικίνδυνο είμαι εκτεθειμένος στον ήλιο
2. που βρίσκεται σε άσχημη θέση είμαι εκτεθειμένος
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.