εκφραστικός
Μεταφράσεις
εκφραστικός
(ekfrasti'kos)εκφραστική
(ekfrasti'ci) θηλυκόεκφραστικό
expressiveexpressifexpressiveexpressieveизразителен표현uttrycksfull (ekfrasti'ko) ουδέτεροεπίθετο
1. που βοηθάει στην έκφραση εκφραστικό μέσον
2. που φανερώνει αυτό που αισθάνεται εκφραστικό πρόσωπο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.