Εκ μέρους - ορισμός του εκ μέρους από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5%ce%ba+%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%85%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.596.880.618
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
εκ μέρους
Μεταφράσεις
εκ μέρους
نِيَابَةٌ عَن
εκ μέρους
jménem
εκ μέρους
på vegne af
εκ μέρους
im Auftrag von
εκ μέρους
in behalf of
,
on behalf of
εκ μέρους
de parte de
εκ μέρους
jonkun puolesta
εκ μέρους
au nom de
εκ μέρους
u ime
εκ μέρους
per conto di
εκ μέρους
代理
εκ μέρους
대신
εκ μέρους
namens
εκ μέρους
på vegne av
εκ μέρους
w imieniu
εκ μέρους
em nome de
εκ μέρους
от имени
εκ μέρους
på uppdrag av
εκ μέρους
ในนามของ
εκ μέρους
adına
εκ μέρους
thay mặt
εκ μέρους
代表
Πλοηγός λέξεων
?
▲
εισιτήριο
εισιτήριο διαρκείας
εισιτήριο λεωφορείου
εισιτήριο μετ’ επιστροφής
εισόδημα
εισοδήματα
εισοδηματίας
είσοδος
εισπνευστήρας
εισπνέω
εισπνοή
εισπράκτορας
εισπράκτορας εισιτηρίων
εισπράκτορας λεωφορείου
εισπράξεις
είσπραξη
εισπράττω
εισροή
Είστε ανοικτά;
Είστε έτοιμος;
Είστε καλά;
Είστε σε λάθος λωρίδα
εισφέρω
εισχωρώ
είτε
είτε ... είτε
έιτζ
είχα
Είχα ένα ατύχημα
ΕΚ
εκ μέρους
έκαστος
εκαταστό
εκάτερος
εκατο-
εκατό
εκατόλιτρο
εκατομμύριο
εκατομμυριοστή
εκατομμυριοστό
εκατομμυριοστός
εκατομμυριούχος
εκατόν
εκατονταετηρίδα
εκατοντάετηρίδα
εκατόνταρχος
εκατοστή
εκατοστό
εκατοστόμετρο
εκατοστός
έκατσα
έκαψα
έκβαση
εκβιάζω
εκβιασμός
εκβιαστής
εκβιαστικός
εκβιάστρια
εκβιομηχάνιση
εκβολή
έκδηλα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close