Επί μακρόν - ορισμός του επί μακρόν από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5%cf%80%ce%af+%ce%bc%ce%b1%ce%ba%cf%81%cf%8c%ce%bd
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.658.548.813
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
επί μακρόν
Μεταφράσεις
επί μακρόν
طَوِيْلاً
επί μακρόν
dlouho
επί μακρόν
længe
επί μακρόν
lange
επί μακρόν
long
επί μακρόν
mucho tiempo
επί μακρόν
kauan
επί μακρόν
longuement
επί μακρόν
dugo
επί μακρόν
a lungo
επί μακρόν
長く
επί μακρόν
오래
επί μακρόν
lange tijd
επί μακρόν
lenge
επί μακρόν
długo
επί μακρόν
muito tempo
επί μακρόν
долго
επί μακρόν
långt
επί μακρόν
ยาวนาน
επί μακρόν
uzunca
επί μακρόν
lâu
επί μακρόν
长期地
Πλοηγός λέξεων
?
▲
επέλαση
επεμβαίνω
επέμβαση
επεμβατισμός
επένδυση
επενδυτής
επενδύω
επενέργεια
επενεργώ
επεξεργάζομαι
επεξεργασία
επεξεργαστής
επεξεργαστής εγγράφου
επεξεργαστής κειμένου
επεξήγηση
επεξηγητικός
επεξηγώ
έπεσα
Έπεσε
Έπεσε η μπαταρία
επέτειος
επέτειος γάμου
επευφημία
επευφημίες
επευφημώ
έπηξα
επηρεάζομαι
επηρεάζω
επήρεια
επί
επί μακρόν
επί του παρόντος
επί τούτου
επί τούτω
έπιασα
επιβάλλομαι
επιβάλλω
επιβάλλω ποινή
επιβάρυνση
επιβαρύνω
επιβατηγός
επιβάτης
επιβατικός
επιβάτισσα
επιβεβαιώνω
Επιβεβαίωσα την κράτησή μου με επιστολή
επιβεβαίωση
επιβήτορας
επιβιβάζομαι
επιβιβάζω
επιβίβαση
επιβιώνω
επιβίωση
επιβλαβές
επιβλαβής
επιβλέπω
επίβλεψη
επιβλητική
επιβλητικό
επιβλητικός
επίβουλος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close