επιτραπέζιος
(προωθήθηκε από επιτραπέζια)Μεταφράσεις
επιτραπέζιος
(epitra'pezios) αρσενικόεπιτραπέζια
(epitra'pezia) θηλυκόεπιτραπέζιο
desk, table (epitra'pezio) ουδέτεροεπίθετο
που τοποθετείται πάνω σε τραπέζι
ένα καθημερινό κρασί
παιχνίδι σε τραπέζι για τουλάχιστον δυο άτομα
ένα καθημερινό κρασί
παιχνίδι σε τραπέζι για τουλάχιστον δυο άτομα
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.