Εποπτέυω - ορισμός του εποπτέυω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5%cf%80%ce%bf%cf%80%cf%84%ce%ad%cf%85%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.599.435.600
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
εποπτέυω
Μεταφράσεις
εποπτέυω
يُشْرِفُ عَلى
εποπτέυω
dohlížet
εποπτέυω
føre tilsyn med
εποπτέυω
beaufsichtigen
εποπτέυω
supervise
εποπτέυω
supervisar
εποπτέυω
valvoa
εποπτέυω
superviser
εποπτέυω
nadgledati
εποπτέυω
sorvegliare
εποπτέυω
監督する
εποπτέυω
감독하다
εποπτέυω
toezicht houden op
εποπτέυω
veilede
εποπτέυω
nadzorować
εποπτέυω
supervisionar
εποπτέυω
следить
εποπτέυω
övervaka
εποπτέυω
ตรวจตรา
εποπτέυω
denetlemek
εποπτέυω
giám sát
εποπτέυω
指导
Πλοηγός λέξεων
?
▲
επιχειρηματική
επιχειρηματικό
επιχειρηματικό σχέδιο
επιχειρηματικός
επιχειρηματολογία
επιχειρηματολόγιο
επιχειρηματολογώ
επιχείρηση
επιχειρώ
επιχορήγηση
επιχορηγώ
επίχρυσo
επίχρυση
επίχρυσος
επιχρυσώνω
επιψευδαργύρωση
έπλευσα
έπλυνα
εποικοδομητικός
επολέ-ζετέ
επομένη
επόμενη
επόμενο
επόμενος
επομένως
επονείδιστος
επονομάζω
επόνυμος
εποπτεία
εποπτεύω
εποπτέυω
επόπτης
έπος
επουλώνομαι
επουλώνω
επούλωση
επουράνιος
επουσιώδες
επουσιώδης
εποφθαλμιώ
εποχή
Εποχή του Λίθου
Εποχή του Σιδήρου
εποχή του χαλκού
εποχιακή
εποχιακό
εποχιακός
εποχικός
έπρεπε
επτά
επτά θανάσιμα αμαρτήματα
έπταθλο
επτάκις εκατομμύριο
επτακόσιοι
επωάζω
επώαση
επωδός
επώδυνη
επώδυνο
επώδυνος
επωμίζομαι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close