ετοιμάζω
Μεταφράσεις
ετοιμάζω
prepare, readypréparerيُعِدpřipravitforberedevorbereitenprepararvalmistellapripremitipreparare準備する준비하다voorbereidenforberedeprzygotowaćpreparar, BREWготовить(ся)förberedaเตรียมhazırlamachuẩn bị准备 (eti'mazo)ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
1. φτιάχνω ετοιμάζω φαγητό ετοιμάζω το τραπέζι
2. οργανώνω ετοιμάζω γιορτή
3. σχεδιάζω, προγραμματίζω ετοιμάζω μια έκπληξη
4. προετοιμάζω ετοιμάζω τα παιδιά για το σχολείο