Εφηβική ηλικία - ορισμός του εφηβική ηλικία από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5%cf%86%ce%b7%ce%b2%ce%b9%ce%ba%ce%ae+%ce%b7%ce%bb%ce%b9%ce%ba%ce%af%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.388.997.544
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
εφηβική ηλικία
Μεταφράσεις
εφηβική ηλικία
السَّنَوَاتُ بَيْـن ١٣ و ١٩ مِن العُمْر
εφηβική ηλικία
dospívání
εφηβική ηλικία
teenageår
εφηβική ηλικία
Teenageralter
εφηβική ηλικία
teens
εφηβική ηλικία
adolescencia
εφηβική ηλικία
teini-ikä
εφηβική ηλικία
adolescence
εφηβική ηλικία
tinejdžerske godine
εφηβική ηλικία
adolescenza
εφηβική ηλικία
十代
εφηβική ηλικία
십대
εφηβική ηλικία
tienerjaren
εφηβική ηλικία
tenåringer
εφηβική ηλικία
wiek dojrzewania
εφηβική ηλικία
período da adolescência
εφηβική ηλικία
возраст от 13 до 19 лет
εφηβική ηλικία
tonåren
εφηβική ηλικία
ช่วงวัยรุ่น
εφηβική ηλικία
ergenler
εφηβική ηλικία
tuổi thiếu niên
εφηβική ηλικία
十多岁
Πλοηγός λέξεων
?
▲
εφαρμοστής
εφαρμοστός
εφέ
εφεδρεία
εφεδρικό αρχείο
εφεδρικό εισιτήριο
εφεδρικός
έφεδρος
εφεκτικός
έφεξα
εφεξής
έφερα
εφεσείων
έφεση
εφεσιβάλλω
εφεσίβλητος
Εφεσίους
εφετικός
εφεύρεση
εφευρέτης
εφευρετική
εφευρετικό
εφευρετικός
εφευρετικότητα
εφευρέτρια
εφευρίσκω
εφήβαιο
εφηβεία
έφηβη
εφηβική
εφηβική ηλικία
εφηβικό
εφηβικός
έφηβος
εφημερεύω
εφήμερη
εφημερία
εφημερίδα
εφημεριδοπώλης
εφημέριος
εφήμερο
εφήμερος
εφησυχάζομαι
εφησυχάζω
εφηύρα
έφθειρα
εφιάλτης
εφιαλτική
εφιαλτικό
εφιαλτικός
εφίδρωση
εφιδρωτικός
εφικτή
εφικτό
εφικτός
εφόδια
εφοδιάζομαι
εφοδιάζω
εφόδιο
έφοδος
εφοπλιστής
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close