Εύγευστος - ορισμός του εύγευστος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%ce%b5%cf%8d%ce%b3%ce%b5%cf%85%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.361.329.441
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
εύγευστος
Μεταφράσεις
εύγευστος
palatable
,
delicious
,
tasty
,
savory
,
savoury
εύγευστος
ذو مذاق مُشَةٍ
εύγευστος
pikantní
εύγευστος
krydret
εύγευστος
pikant
εύγευστος
sabroso
εύγευστος
suolainen
εύγευστος
salé
εύγευστος
pikantan
εύγευστος
salato
εύγευστος
塩味の
εύγευστος
짭짤한
εύγευστος
hartig
εύγευστος
velsmakende
εύγευστος
smaczny
εύγευστος
salgado
εύγευστος
соленый или пряный
εύγευστος
smårätt
εύγευστος
ที่เป็นของคาว
εύγευστος
tuzlu ve baharatlı
εύγευστος
đậm đà
εύγευστος
咸味的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ευαγγελιστικός
ευάερος
ευαισθεσία
ευαισθησία
ευαίσθητη
ευαίσθητο
ευαισθητοποίηση
ευαισθητοποιώ
ευαίσθητος
ευαισθισία
ευάλωτη
ευάλωτο
ευάλωτος
ευανάγνωστη
ευανάγνωστο
ευανάγνωστος
ευάρεστος
Εύβοια
ευγεvή μέταλλα
ευγένεια
ευγενείς
ευγενή αέρια
ευγενής
Ευγενία
ευγενικά
ευγενική
ευγενικιά
ευγενικό
ευγενικός
Ευγένιος
εύγευστος
εύγλωττος
ευγνώμον
ευγνώμονας
ευγνωμονώ
ευγνωμοσύνη
ευγνώμων
ευγονία
ευγονική
εύγονος
ευδαιμονία
ευδιάθετη
ευδιάθετο
ευδιάθετος
ευδιάκριτη
ευδιάκριτο
ευδιάκριτος
ευδιάλλακτος
ευδοκιμώ
εύεδρος
ευέλικτη
ευέλικτο
ευέλικτο ωράριο
ευέλικτος
ευελιξία
ευελπιστώ
ευέξαπτος
ευεξήγητος
ευεξία
ευεπηρέαστος
ευεργέτης
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close